Η φωτογραφία μου
Master of Science in Economics, Athens University of Economics and Business.

Ανατομία ενός εγκλήματος...

– Πότε και πώς δημιουργήθηκε το τερατώδες δημόσιο χρέος;
– Γιατί έφερε την Ελλάδα στα πρόθυρα της χρεοκοπίας;
– Τι μπορεί να γίνει για να περιοριστεί;



 


Αγαπητοί αναγνώστες, στο παρόν άρθρο θα προσπαθήσω να δώσω, με όσο πιο απλά λόγια μπορώ, το μεγαλύτερο πρόβλημα της ελληνικής οικονομίας (ίσως και της ελληνικής κοινωνίας αν κρίνουμε από τα δεινά μέτρα που κατέστησε αναγκαία για να αποφύγει η χώρα τη χρεοκοπία), το τερατώδες δημόσιο χρέος. Το γιατί είναι τερατώδες μπορεί εύκολα να το αντιληφθεί κανείς αφού προσδιορίζεται περίπου στα 300 δισεκατομμύρια ευρώ. Ισοδύναμα, κάθε έλληνας πολίτης χρωστάει περίπου 30.000 ευρώ (10.000.000 δρχ.) για λογαριασμό του Ελληνικού Δημοσίου!

Οι αγορές, αλλά και όλοι οι διεθνείς οργανισμοί, ενδιαφέρονται για το λόγο που σχηματίζει το δημόσιο χρέος ως προς το ακαθάριστο εγχώριο προϊόν (Α.Ε.Π.), απλούστερα: ως προς την αξία των όσων παράγει ολόκληρη η χώρα κατά τη διάρκεια του έτους (σ.σ.: ο χαρακτηρισμός «ακαθάριστο» προσδιορίζει τη συμπερίληψη των αποσβέσεων στον υπολογισμό του, δηλαδή των κονδυλιών που αντιστοιχούν στην αντικατάσταση του φθαρμένου από το χρόνο υλικού κεφαλαίου). Δεδομένου πως το 2009 το δημόσιο χρέος εκτιμάται περίπου σε 115% του Α.Ε.Π., ενώ το 2010 αναμένεται να φτάσει περίπου στο 125%, η Ελλάδα οφείλει αισθητά περισσότερο από την αξία της ετήσιας παραγωγής της! Πώς θα μας φαινόταν, δηλαδή, αν ένα νοικοκυριό είχε πάρει τόσο πολλά δάνεια που ξεπερνούσαν την αξία των ετήσιων εισοδημάτων του;

Όπως φαίνεται και από το γράφημα, ιστορικά το δημόσιο χρέος διογκώθηκε δυσανάλογα προς το εθνικό προϊόν τη δεκαπενταετία 1980-1993. Ο δημόσιος δανεισμός που έγινε όλα αυτά τα χρόνια χρηματοδότησε μάλλον καταναλωτικές παρά επενδυτικές ανάγκες. Θα μπορούσε να αποβεί επωφελής αν είχε χρησιμοποιηθεί λελογισμένως για την ανάπτυξη της παραγωγικής δυναμικότητας της οικονομίας και όχι για την κάλυψη καταναλωτικών αναγκών. Δεδομένου πως το δημόσιο χρέος υπερδιπλασιάστηκε ως προς το εθνικό προϊόν στην πρώτη οκταετία του Πα.Σο.Κ. (1981-1989), είναι μάλλον ειρωνεία της τύχης ότι ο ιδρυτής του, ο Ανδρέας Παπανδρέου, το 1993, σε μια δήλωση πρωτοφανούς αυτογνωσίας, απεφάνθη ότι: «Αν η χώρα δεν αφανίσει το δημόσιο χρέος, το δημόσιο χρέος θα αφανίσει τη χώρα!». Την περίοδο 1993-2008, το δημόσιο χρέος σταθεροποιήθηκε περίπου στο 100% του Α.Ε.Π., συνεπικουρούμενο από τους υψηλούς ρυθμούς ανάπτυξης, δηλαδή την αύξηση του Α.Ε.Π., και τα χαμηλά επιτόκια στις διεθνείς αγορές. Η ύφεση όμως, δηλαδή η μείωση του Α.Ε.Π., το 2009, εκτόξευσε το λόγο των δύο μεγεθών και έφερε το πρόβλημα μετ’ επιτάσεως στην επιφάνεια.

Όπως κι ένα νοικοκυριό, η Ελλάδα οφείλει να πληρώνει τόκους για τα δάνεια που έχει πάρει, ενώ καλείται επίσης να εξοφλήσει αυτά που λήγουν (πληρωμή χρεολυσίων). Έτσι, για το 2010 μόνο, πρέπει να πληρώσουμε για τόκους και χρεολύσια 32 δισεκατομμύρια ευρώ, δηλαδή το 13% του Α.Ε.Π μας! Λόγω της τραγικής κατάστασης του κρατικού προϋπολογισμού, που κάθε χρόνο είναι ελλειμματικός (το 2009 το έλλειμμα ξεπέρασε το 13,5% του Α.Ε.Π.!), η χώρα μας υποχρεώνεται να δανείζεται για να πληρώνει τους τόκους για τα δάνεια που έχει συνάψει στο παρελθόν! Πιο συγκεκριμένα, σε κάθε 100 ευρώ νέου χρέους, τα 80 πηγαίνουν για να ξεπληρώσουμε τα παλαιά χρέη και τα υπόλοιπα για να καλύψουμε νέα ελλείμματα. Η κατάσταση αυτή, με λίγες εξαιρέσεις καλών δημοσιονομικών ετών, επικρατούσε για πάρα πολλά χρόνια. Σήμερα, όμως, η Ελλάδα αδυνατεί να δανειστεί από τις αγορές για να καλύψει τις δανειακές τις ανάγκες καθώς τα επιτόκια των ελληνικών ομολόγων (των χρεογράφων με τα οποία δανείζεται) έχουν εκτοξευτεί αποτυπώνοντας τη δυσπιστία των δανειστών στη δυνατότητα μας να αποπληρώσουμε νέα δάνεια. Το περίφημο spread, που σπάει το ένα ρεκόρ μετά το άλλο, μετρά τη διαφορά μεταξύ των επιτοκίων που δανείζεται η Ελλάδα και των επιτοκίων που δανείζεται η Γερμανία – η ισχυρότερη οικονομικά χώρα της Ευρωζώνης. Με δυσθεώρητα επιτόκια δανεισμού στις αγορές και αδυνατώντας να ξεπληρώσει τους τόκους που υποχρεούται και τα δάνεια που λήγουν, η Ελλάδα έφτασε ένα βήμα πριν την κήρυξη στάσης πληρωμών για μισθούς και συντάξεις. Ευτυχώς, η χρεοκοπία αποφεύχθηκε, προς το παρόν, αφού η χώρα μας εντάχθηκε στο μηχανισμό στήριξης της Ευρωζώνης, με τον οποίο θα μας παρασχεθούν δάνεια (με τη συμμετοχή και του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου) σε μικρότερα επιτόκια από τα τοκογλυφικά των διεθνών αγορών – απαιτώντας, όμως, ταυτόχρονα από εμάς αυστηρά μέτρα λιτότητας που θα κάνουν διαχειρίσιμο στο μέλλον το τεράστιο δημόσιο χρέος.

Ο προφανής τρόπος περιορισμού του χρέους για κάθε οργανισμό είναι η επαναφορά σε πλεονασματικούς προϋπολογισμούς. Εκτός, όμως, από την εμφάνιση πρωτογενών πλεονασμάτων στον κρατικό προϋπολογισμό (δηλαδή θετικών διαφορών μεταξύ ετήσιων εσόδων και δαπανών χωρίς να συνυπολογίζονται οι δαπάνες για τόκους), που θα επιτρέψουν την αποπληρωμή μέρους των τοκοχρεολυσίων χωρίς νέο δανεισμό, στην περίπτωση της Ελλάδας υπάρχουν κι άλλοι τρόποι που μπορούν να οδηγήσουν στο ριζικό περιορισμό του δημοσίου χρέους. Ο κυριότερος είναι η αξιοποίηση της ακίνητης περιουσίας του Δημοσίου, την οποία το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο προσδιόριζε το 2008 στο 80% περίπου του Α.Ε.Π.! Παρομοίως, η Κτηματική Εταιρία του Δημοσίου υπολόγισε την αντικειμενική αξία των ακινήτων του Ελληνικού Δημοσίου που βρίσκονται υπό τη διαχείριση της στα 272 δισεκατομμύρια ευρώ! Γενικότερα, η μείωση του αντιπαραγωγικού δημόσιου τομέα, με επιτυχημένες αποκρατικοποιήσεις στρατηγικού χαρακτήρα, θα απέφερε σοβαρότατο πλήγμα στον “εχθρό”. Ενδεικτικά, αξίζει να αναφέρω ότι υπάρχουν 52 δημόσιες επιχειρήσεις με λειτουργικό έλλειμμα περίπου 2 δισεκατομμύρια ευρώ! Επίσης, η Ελλάδα είναι η πρώτη χώρα στην Ευρωπαϊκή Ένωση και η τρίτη στο ΝΑΤΟ σε αμυντικές δαπάνες ως προς το εθνικό της προϊόν! Γενναίες μειώσεις στις παραγγελίες εξοπλιστικών προγραμμάτων σε συνδυασμό με την εξομάλυνση των ελληνοτουρκικών σχέσεων καθίστανται αναγκαίες παρά ποτέ. Ίσως ακόμα και ένα αίτημα μας για διαφορετικό λογιστικό χειρισμό των αμυντικών δαπανών στην Ελλάδα, λόγω των ιδιαιτεροτήτων της σε σχέση με τις άλλες ευρωπαϊκές χώρες (γειτνίαση με την Τουρκία, Κυπριακό κλπ.), να έβρισκε μερικώς ανταπόκριση στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Τέλος, αλλά περισσότερο σημαντικό είναι να δημιουργηθούν οι προϋποθέσεις για να επανέλθουμε σε θετικούς ρυθμούς οικονομικής ανάπτυξης, που θα αυξήσουν το εθνικό μας προϊόν. Εκτός από τα προφανή οφέλη που θα είχε αυτή η αύξηση για το βιοτικό μας επίπεδο (άνοδος εισοδημάτων, μείωση της ανεργίας, κλπ), θα μείωνε το λόγο του χρέους προς το Α.Ε.Π. αποκαθιστώντας την εμπιστοσύνη των αγορών στη βιωσιμότητα των καθημαγμένων δημοσίων οικονομικών μας…

Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα «University Press» τον Μάιο του 2010.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου