Η φωτογραφία μου
Master of Science in Economics, Athens University of Economics and Business.

Στον αστερισμό των δημοσκοπήσεων…

Τα τελευταία 24ωρα έχουν δει το φως της δημοσιότητας ορισμένες δημοσκοπήσεις που δίνουν σαφές –αν και όχι μη ανατρέψιμο– προβάδισμα στο ΣΥΡΙΖΑ. Το δεδομένο αυτό ανεβάζει το πολιτικό θερμόμετρο εν όψει της προεδρικής εκλογής και της ενδεχόμενης πρόωρης προσφυγής στις κάλπες, αλλά –το χειρότερο– επηρεάζει αρνητικά και τις κυβερνητικές πολιτικές…

Ο πολιτικός κόσμος φαίνεται να μην έχει εκπαιδευτεί ακόμα στον τρόπο με τον οποίο πρέπει να διαβάζει τις δημοσκοπήσεις. Σαν να μην μπορεί να προχωρήσει ένα βήμα πέραν του κοινότοπου, ότι κάθε σφυγμομέτρηση αποτελεί μια “φωτογραφία” της στιγμής και δεν μπορεί να προδικάσει με ακρίβεια το εκλογικό αποτέλεσμα. Πρέπει οι έρευνες της κοινής γνώμης να επηρεάζουν τις αποφάσεις των πολιτικών; Κι αν ναι, με ποιο τρόπο και σε ποιο βαθμό;

Αξίζει να πάμε λίγο πίσω στο χρόνο για να θυμηθούμε ότι αν γινόταν δημοψήφισμα για την ένταξή μας στην Ευρωπαϊκή Οικονομική Κοινότητα, ο Κωνσταντίνος Καραμανλής δεν θα μπορούσε να καταστήσει την Ελλάδα πλήρες και ισότιμο μέλος της Ευρωπαϊκής Οικογένειας το 1981 – στη μοναδική μέχρι το 2013 (όταν η Κροατία έγινε το 28ο μέλος) διεύρυνση της Ευρωπαϊκής Ένωσης για την προσχώρηση ενός μόνο νέου κράτους.

Αντιστρόφως, στο θέμα του ονόματος της Πρώην Γιουγκοσλαβικής Δημοκρατίας της Μακεδονίας, ο εθνικιστικός παροξυσμός των αρχών της δεκαετίας του 1990 οδήγησε τους έλληνες πολιτικούς σε μαξιμαλιστικές θέσεις και την ελληνική διπλωματία σε καταφανή ήττα. Η τότε κυβέρνηση, με την οριακή κοινοβουλευτική πλειοψηφία, ελέω ενός απαράδεκτου εκλογικού νόμου, έπεσε με έναν τρόπο που μπορεί να μη θέλει να θυμάται ο σημερινός πρωθυπουργός και οι οπαδοί του, αλλά η Ιστορία τον έχει καταγράψει και, αν μη τι άλλο, παραμένει διδακτικός...

Μπορεί η τότε κυβέρνηση να ηττήθηκε στις βουλευτικές εκλογές που προκλήθηκαν βιαία, πριν ολοκληρώσει το έργο της και οι πολιτικές της αποδώσουν καρπούς, νίκησε όμως στο επίπεδο των πολιτικών ιδεών. Η μείωση των παρεμβάσεων του κράτους στην οικονομία, το άνοιγμα των αγορών στο ανταγωνισμό και η επίτευξη των κριτηρίων της Συνθήκης του Μάαστριχτ έγιναν στόχοι και των επόμενων κυβερνήσεων που, όντας αντιπολιτευόμενοι, κατήγγειλαν πρωτύτερα το… “ξεπούλημα” της δημόσιας περιουσίας.

Πιο πρόσφατο είναι το παράδειγμα της διακυβέρνησης της χώρας από τον Κώστα Καραμανλή, κατά τη διάρκεια της οποίας οι δημοσκοπήσεις ήταν πάντα πολύ “γενναιόδωρες” μαζί του. Οι κοινωνικές ισορροπίες, πράγματι, δεν διαταράχτηκαν από τις εφαρμοζόμενες πολιτικές, με αποτέλεσμα το εκλογικό προβάδισμα από τις βουλευτικές κάλπες του 2004 να διατηρηθεί, έστω και οριακά, κατά τη διάρκεια των πρώτων ετών. Προς τιμήν του, όμως, ακόμα και ο τότε υπουργός Οικονομίας και Οικονομικών, Γιώργος Αλογοσκούφης, δηλώνει σήμερα, εκ των υστέρων, ότι η ήπια δημοσιονομική προσαρμογή έπρεπε να ήταν «περισσότερο προσαρμογή παρά ήπια»… 

Άλλωστε, και η απελπιστικά καθυστερημένη αντίδραση του τότε πρωθυπουργού, με την προαναγγελία δυσάρεστων μέτρων, προστάτευσε μακροπρόθεσμα το κόμμα του από την ανήκεστο εκλογική καθίζηση που προκάλεσαν οι ανεφάρμοστες υποσχέσεις στο αντίπαλο… (Αν και, βέβαια, τα αναγκαία μέτρα δεν πρέπει να «αφήνονται για αργότερα», αφού «αργότερα» το κοινωνικό κόστος τους πολλαπλασιάζεται και η αποτελεσματικότητά τους συρρικνώνεται.)

Με άλλα λόγια, τα συμφέροντα του Τόπου δεν υποδεικνύονται από τα ευρήματα των δημοσκοπήσεων σε μια χώρα που ο λαϊκισμός αποτελεί καρκίνωμα και το επίπεδο των αναλύσεων στα ΜΜΕ τις περισσότερες φορές εξαντλείται σε απλουστευτικά σχήματα και μανιχαϊστικές λογικές.

Θα μπορούσε, μάλιστα, να πει κάποιος, χωρίς υπερβολή, ότι ένας πολιτικός ταγός στην Ελλάδα πρέπει πολλές φορές να πάει κόντρα στο ρεύμα για να εφαρμόσει πολιτικές μακροπρόθεσμα ωφέλιμες. Χωρίς κανείς να ισχυρίζεται, βέβαια, ότι πρέπει να εγκαταλειφθεί ο εύλογος στόχος της αναβάθμισης του πνευματικού επιπέδου όλων των πολιτών, ώστε να κρίνουν με μεγαλύτερη σωφροσύνη τα θέματα που τους αφορούν…

Στο τελευταίο, μάλιστα, αξίζει να σημειωθεί ότι ο ελληνικός λαός επέδειξε τα τελευταία χρόνια μια ασυνήθιστη ωριμότητα. Δεν μπορεί να πειστεί πλέον εύκολα ότι «λεφτά υπάρχουν» και δεν διανέμονται. Με την ίδια οπτική, άλλωστε, κι αυτό το δημοσκοπικό προβάδισμα του ΣΥΡΙΖΑ είναι ισχνό δεδομένων των σκληρών εισπρακτικών μέτρων που εφαρμόζει κατ’ εξακολούθηση η σημερινή συγκυβέρνηση.

Ο Αντώνης Σαμαράς έχει μια δεύτερη ευκαιρία από την Ιστορία να θέσει το συμφέρον του Τόπου υπεράνω όλων. Και να πάρει τις πολιτικές αποφάσεις με γνώμονα αυτό, χωρίς να παρασυρθεί από τις δημοσκοπήσεις ή το ενδεχόμενο μιας ήττας – που μπορεί να αποδειχθεί εν τέλει και διαχειρίσιμη σε αυτήν την περίπτωση...


Δημοσιεύτηκε στην ιστοσελίδα Reporter.gr στις 26 Σεπτεμβρίου 2014:

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου