Η φωτογραφία μου
Master of Science in Economics, Athens University of Economics and Business.

Μια ματιά στο παρελθόν των πρωτογενών πλεονασμάτων

Πέτυχε ποτέ η Ελλάδα το 3,5% του ΑΕΠ που της ζητείται για το 2018 και εφεξής; Μήπως, από την πλευρά τους, τα υπόλοιπα κράτη-μέλη της Ευρωζώνης; Ποιο εξ αυτών είχε το υψηλότερο πρωτογενές πλεόνασμα κάθε χρονιά και πόσο κοντά βρέθηκε στον πολυσυζητημένο στόχο;

Αναζητήσαμε απαντήσεις στη βάση δεδομένων της Ευρωπαϊκής Επιτροπής δημιουργώντας τα κάτωθι αποκαλυπτικά γραφήματα.

Όπως μπορούμε να δούμε, τον στόχο του 3,5% του ΑΕΠ:

– Η Ελλάδα δεν τον πέτυχε ποτέ. Το υψηλότερό της πρωτογενές πλεόνασμα ήταν το 2,8% του ΑΕΠ, το 2000.




– Συνολικά, 11 από τα 19 κράτη-μέλη της Ευρωζώνης, ποτέ.
Από τα υπόλοιπα, η Κύπρος μία χρονιά, η Ολλανδία και η Ισπανία μία διετία, το Λουξεμβούργο μία τετραετία και μία διετία, η Ιρλανδία μία πενταετία και μία μεμονωμένη χρονιά, η Ιταλία μία εξαετία, το Βέλγιο δεκατρία συναπτά έτη και η Φινλανδία μία οκταετία, δύο τριετίες και μια ενδεκαετία. Όλα αυτά έως το 2008…




– Από το 2009, απολύτως κανένα. Έκτοτε, το μέγιστο πρωτογενές πλεόνασμα μεταξύ των «19»  είναι χαμηλότερο του 2,5% του ΑΕΠ.




– Η Ευρωζώνη, ως μέσος όρος των κρατών-μελών της, τον άγγιξε μία μόνο χρονιά, το 2000.




Από την ίδρυση της Ευρωζώνης, το 1999 (όταν έντεκα κράτη1 εκχώρησαν το εργαλείο της νομισματικής πολιτικής στην Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα), μέχρι και το 2008 (δηλαδή προτού η διεθνής χρηματοπιστωτική κρίση επηρεάσει την Ευρώπη), το υψηλότερο πρωτογενές πλεόνασμα μεταξύ των μελών της είχε κάθε χρόνο ή η Φινλανδία ή το Βέλγιο. Ως εκ τούτου, είναι προφανές ότι τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά2 αυτών των δύο κρατών πρέπει να μπουν στο μικροσκόπιο.


ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑ

Υπάρχουν πολύ ισχυρά επιχειρήματα σε όσους θέτουν εν αμφιβόλω τη δέσμευση της Ελλάδας για παραγωγή πρωτογενών πλεονασμάτων 3,5% του ΑΕΠ από το 2018:

– Μπορεί ένα κράτος να παράξει ένα πρωτογενές πλεόνασμα που δεν έχει παράξει ποτέ στο παρελθόν και να το διατηρήσει, μάλιστα, για περισσότερα του ενός έτη;

– Γιατί ζητείται από το ελληνικό κράτος ένα πρωτογενές πλεόνασμα που και άλλα δέκα κράτη-μέλη της Ευρωζώνης επίσης δεν το είχαν ποτέ, ενώ, από τότε που ξέσπασε η διεθνής κρίση, απολύτως κανένα μέλος της δεν μπορεί ούτε καν να το πλησιάσει;


Δημοσιεύτηκε στην ιστοσελίδα Economia.gr στις 5 Φεβρουαρίου 2017:

Υποσημειώσεις:

1. Το 1999, τα ιδρυτικά κράτη-μέλη της Ευρωζώνης ήταν το Βέλγιο, το Λουξεμβούργο, η Ολλανδία, η Αυστρία, η Γερμανία, η Γαλλία, η Ιταλία, η Ισπανία, η Πορτογαλία, η Ιρλανδία και η Φινλανδία. Το 2001 προσχώρησε στην Ευρωζώνη η Ελλάδα. Το 2007 η Σλοβενία, το 2008 η Κύπρος και η Μάλτα, το 2009 η Σλοβακία, το 2011 η Εσθονία, το 2014 η Λετονία και το 2015 η Λιθουανία.

2. Σε συνέντευξή του, ο καθηγητής Πάνος Τσακλόγλου είχε υπογραμμίσει μεταξύ άλλων:
«Υπάρχει […] μια στοιχειώδης διαφορά μεταξύ Βελγίου και Ελλάδας. Στην περίπτωση του Βελγίου ένα πολύ μεγάλο μέρος του δημόσιου χρέους το κατείχαν οι βελγικές τράπεζες. Κάθε φορά που αποπληρωνόταν αυτό το χρέος, υπήρχαν περισσότεροι διαθέσιμοι πόροι για τη χρηματοδότηση της εγχώριας οικονομίας. Στην περίπτωση της Ελλάδας, το συντριπτικά μεγαλύτερο μέρος του χρέους είναι διακρατικό και το κατέχουν ξένες κυβερνήσεις. Αυτό συνεπάγεται ότι κάθε αποπληρωμή θα είναι μια καθαρή μεταφορά κεφαλαίου από την Ελλάδα στο εξωτερικό. Δηλαδή, δεν θα μείνουν πόροι για τη χρηματοδότηση της ανάπτυξης. Αυτή είναι μια πολύ σημαντική διαφορά και όλοι αυτοί που μας λένε ότι μπορείτε να τα καταφέρετε και μόνοι σας αρκεί να πετυχαίνετε αυτά τα υψηλή πρωτογενή πλεονάσματα, πρέπει να τo λαμβάνουν υπόψη τους, γιατί αυτά τα πάρα πολύ υψηλά πρωτογενή πλεονάσματα μπορεί να σκοτώσουν την ίδια την ανάπτυξη».

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου