Η φωτογραφία μου
Master of Science in Economics, Athens University of Economics and Business.

Οι υπαίτιοι της χρεοκοπίας

Σαν σήμερα, πριν από ακριβώς 7 χρόνια, ο τότε πρωθυπουργός ανακοίνωνε από το ακριτικό Καστελόριζο την προσφυγή της χώρας μας στον μηχανισμό στήριξης. Τρία μνημόνια μετά και με το Ελληνικό Δημόσιο να παραμένει αποκλεισμένο από τις αγορές, θα ανέμενε κανείς να μην αναζητούνται ακόμη οι υπαίτιοι της ελληνικής χρεοκοπίας. Τα οικονομικά στοιχεία δεν αφήνουν πολλά περιθώρια αμφιβολιών…





Σύμφωνα με το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο, το δημόσιο χρέος της Ελλάδας έκλεισε το 2009 ακριβώς 100 ποσοστιαίες μονάδες του ΑΕΠ υψηλότερα από ό,τι το 1981 (126,7% έναντι 26,7% του ΑΕΠ).

Εν ολίγοις, σε χρονική διάρκεια μικρότερη της τριακονταετίας, ένα ολόκληρο ΑΕΠ φορτώθηκε ως δημόσιο χρέος στις επόμενες γενιές των Ελλήνων.

Πιο συγκεκριμένα, το δημόσιο χρέος μας:
– Την περίοδο 1980-1993 αυξήθηκε σχεδόν γραμμικά. Από λιγότερο από 25% σε 100% του ΑΕΠ.
– Την περίοδο 1994-2008 σταθεροποιήθηκε περίπου στο 100-110% του ΑΕΠ.
– Το 2009, λόγω και της ύφεσης, έκλεισε πάνω από το 125% του ΑΕΠ. 


Ουσιαστικά πτωχευμένοι από το 1990 

Σύμφωνα με την Παγκόσμια Τράπεζα, το έλλειμμα στο ισοζύγιο γενικής κυβέρνησης έφτασε ή ξεπέρασε το 10% του ΑΕΠ:
– Το 1982 και το 1985.
– Την τριετία 1988-1990.
– Τη διετία 2008-2009. 

Με εξαίρεση το 1983, όλες οι χρονιές της πρώτης οκταετίας του Ανδρέα Παπανδρέου ήταν δημοσιονομικά άφρονες, με ελλείμματα από 7,5% έως και 18% του ΑΕΠ.





Μάλιστα, η τεράστια βουτιά που φαίνεται να έκανε το έλλειμμα από το 1988 στο 1989 καθιστά ήσσονος σημασίας το τι ακριβώς εννοούσε ο ιδρυτής του ΠΑΣΟΚ με το πολυσυζητημένο σύνθημα «Τσοβόλα, δώσ’ τα όλα»

Παρομοίως, έστω κι αν δεν διαθέτουμε στοιχεία από την Παγκόσμια Τράπεζα για την περίοδο του Κωνσταντίνου Μητσοτάκη (1990-1993), σοκάρει η διαπίστωση ότι, τη χρονιά που γινόταν τελικά πρωθυπουργός, το δημοσιονομικό έλλειμμα έκλεινε μια ανάσα από το… 20% του ΑΕΠ! Επιβεβαιώνοντας έτσι –σε συνδυασμό και με το μέγεθος του δημοσίου χρέους– τον ισχυρισμό του ότι η Ελλάδα είχε ουσιαστικά πτωχεύσει όταν αναλάμβανε τα ηνία της…

Τέλος, παρατηρώντας προσεκτικά την καμπύλη με τα δημοσιονομικά ελλείμματα της περιόδου 1980-2009, μπορούμε να δούμε πώς ο δημοσιονομικός εκτροχιασμός της διετίας 2008-2009 παρομοιάζει με εκείνον της τριετίας 1988-1990. Με την ιστορία να επαναλαμβάνεται σαν φάρσα, με διαφορά είκοσι χρόνων, για τη χρεοκοπημένη Ελλάδα... 


Χωρίς υποτιμήσεις λόγω ευρώ

Σύμφωνα με την Παγκόσμια Τράπεζα, το έλλειμμα στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών: 
– Το 1985 πλησίασε το 7% του ΑΕΠ.
– Το 1994 είχε ουσιαστικά εξαλειφθεί. 
– Από το 1995, όμως, άρχισε να αυξάνεται εκ νέου, φτάνοντας στο 7,5% του ΑΕΠ το 2000.
– Την περίοδο 2001-2004 μειώθηκε ελαφρώς σε σχέση με το 2000.
– Έκτοτε, όμως, ακολούθησε γραμμική αύξηση, για να ξεπεράσει το 10% του ΑΕΠ το 2006 (όπως και το 2009) και να πλησιάσει το απίστευτο 15% του ΑΕΠ τη διετία 2007-2008.





Κανονικά, ήδη από το 2005 θα έπρεπε να είχε ηχήσει καμπανάκι για την ελληνική οικονομία λόγω του ελλείμματος στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών της. Δεδομένου ότι, ακριβώς είκοσι χρόνια πριν, το 1985, ένα μικρότερο έλλειμμα στο ίδιο ισοζύγιο είχε προκαλέσει μια σημαντική, εφάπαξ υποτίμηση του νομίσματός της. Με την ασφάλεια του ευρώ να αποκοιμίζει τους πάντες όμως, έμελλε να περάσει απαρατήρητη η εγκατάλειψη των προσπαθειών της Ελλάδας εντός της Ευρωζώνης για τον περιορισμό του. Σε βαθμό ώστε να μη σημάνει συναγερμός ούτε την περίοδο 2006-2009, των διψήφιων ποσοστών του κρίσιμου ελλείμματος ως προς το ελληνικό ΑΕΠ…


ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑ

Το 1990, ο Κωνσταντίνος Μητσοτάκης παραλάμβανε την Ελλάδα ουσιαστικώς χρεοκοπημένη από τον Ανδρέα Παπανδρέου. Με ένα δημόσιο χρέος που ήταν αδύνατον να εξυπηρετηθεί, αν ληφθούν υπόψη και οι εγγυήσεις του Ελληνικού Δημοσίου που αναπόφευκτα θα κατέπιπταν, καθώς και η αρνητική δυναμική που προσέδιδε ένα δημοσιονομικό έλλειμμα σχεδόν 20% του ΑΕΠ.

Χάρις όμως στους υψηλούς ρυθμούς ανάπτυξης, κυρίως της οκταετίας του Κώστα Σημίτη (1996-2004), ο λόγος του δημοσίου χρέους ως προς το ΑΕΠ σταθεροποιήθηκε και η τυπική χρεοκοπία αποφεύχθηκε. 

Ιδιαίτερα, η ένταξη της Ελλάδας στην Ευρωζώνη το 2001 κατέστησε και τα υπόλοιπα μέλη της μέρος του ελληνικού δημοσιονομικού προβλήματος. Με αποτέλεσμα, όταν αυτό επανήλθε στην επιφάνεια λόγω της ύφεσης και του δημοσιονομικού εκτροχιασμού της τελευταίας διετίας του Κώστα Καραμανλή (2008-2009), να υποχρεωθούν να δανείσουν τη χώρα μας για να προστατευτούν από την άτακτη χρεοκοπία ενός νομισματικού τους εταίρου.

Εκτός ευρώ, άλλωστε, η απώλεια ανταγωνιστικότητας της ελληνικής οικονομίας, όπως αποτυπώνεται ανάγλυφα στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών της, θα είχε οδηγήσει σε μια μεγάλη υποτίμηση της δραχμής, προτού το έλλειμμα στο συγκεκριμένο ισοζύγιο ξεφύγει πάνω από το 10% του ελληνικού ΑΕΠ την τελευταία τετραετία του Κώστα Καραμανλή (2006-2009). 


Δημοσιεύτηκε στην ιστοσελίδα Economia.gr στις 23 Απριλίου 2017:
http://www.economia.gr/el/article/entry/6842


Υποσημειώσεις:

1. Για την περίοδο 1991-1994, η Παγκόσμια Τράπεζα δεν δίνει στοιχεία για το ελληνικό ισοζύγιο γενικής κυβέρνησης.

2. Για το 1998, η Παγκόσμια Τράπεζα δεν δίνει στοιχεία για το ελληνικό ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών.

3. Το οικονομικό έτος 1981 θα ήταν λάθος να χρεωθεί στον Ανδρέα Παπανδρέου, αφού εκείνος εξελέγη στην πρωθυπουργία από τις κάλπες της 18ης Οκτωβρίου 1981, κυβερνώντας εξ ολοκλήρου μόνο τους δύο τελευταίους μήνες του συγκεκριμένου έτους. Εν αντιθέσει με το οικονομικό έτος 1989, κατά το οποίο παρέμεινε στην πρωθυπουργία μέχρι τις 2 Ιουλίου, δηλαδή τις περισσότερες μέρες του, έστω και οριακά. Με την ίδια λογική, το οικονομικό έτος 1990 πρέπει να χρεωθεί στον Κωνσταντίνο Μητσοτάκη, αφού έγινε πρωθυπουργός στις 11 Απριλίου 1990, με αποτέλεσμα να κυβερνήσει τους περισσότερους μήνες του. Όπως και το οικονομικό έτος 1993, αφού παρέμεινε στην πρωθυπουργία μέχρι τις 13 Οκτωβρίου 1993. Τέλος, το οικονομικό έτος 2004 χρεώνεται στον Κώστα Καραμανλή, δεδομένου ότι έγινε πρωθυπουργός στις 10 Μαρτίου 2004, κυβερνώντας έτσι σχεδόν τους δέκα από τους δώδεκα μήνες του.

4. Αξίζει κάποιος, αντιπαραβάλλοντας την πορεία των ελλειμμάτων την περίοδο 1982-1989, να διαβάσει το πρόσφατο άρθρο του Θάνου Βερέμη: «Τα λάθη στην οικονομική πολιτική του Ανδρέα» («Καθημερινή», 25/3/2017). 

5. Σε συνέντευξή του («Το Βήμα», 9/10/2011), ο Δημήτρης Κουλουριάνος, υπουργός Οικονομικών από τον Ιούλιο του 1982 έως τον Σεπτέμβριο του 1983 –είχε παραιτηθεί καθώς διαφωνούσε με τον τρόπο διαχείρισης του δημόσιου χρήματος–, θυμόταν τα εξής χαρακτηριστικά: «Ανησυχούσα µε ποιον έφαγε το βράδυ ο Ανδρέας για να δω την άλλη μέρα τι “επιταγή” θα µου έρθει. [...] Ο Ανδρέας δεν έλεγε ποτέ “όχι”. Όταν του μίλαγες στενά για οικονομικά, αρρώσταινε. Με ρωτάνε μερικές φορές: “Μα δεν ήξερε ο Ανδρέας οικονομικά;”. Παραήξερε οικονομικά και γι’ αυτό ακριβώς δεν ήθελε να συζητάει οικονομικά. Γιατί ήξερε ότι εκεί ισχύει η λογική της οικονομικής ανάλυσης».

6. Σε προεκλογική συγκέντρωση στις 20 Απριλίου 1989, ο Ανδρέας Παπανδρέου ακούστηκε να λέει από το μικρόφωνο τη φράση: «Τσοβόλα, δώσ’ τα όλα». Ορισμένοι ενίστανται ότι δεν ήταν μια δημόσια εντολή του πρωθυπουργού προς τον υπουργό Οικονομικών παρά μια επανάληψη συνθήματος οπαδών του ΠΑΣΟΚ. Πόση σημασία, όμως, έχει το νόημα μιας φράσης, όταν, σύμφωνα με στοιχεία της Παγκόσμιας Τράπεζας, η συγκεκριμένη χρονιά έκλεισε για την Ελλάδα με δημοσιονομικό έλλειμμα πάνω από 18% του ΑΕΠ;

7. Επί της ουσίας, η αύξηση του δημόσιου χρέους που οφείλεται στην οικονομική διαχείριση του Ανδρέα Παπανδρέου (1982-1989) είναι μεγαλύτερη απ’ αυτή που δηλώνουν τα στοιχεία του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου και αναπαρίσταται στο σχετικό γράφημα. Δηλαδή, δεν εξαντλείται στον υπερδιπλασιασμό του, από 26,7% του ΑΕΠ σε 59,8% του ΑΕΠ. Κι αυτό, όχι μόνο λόγω της εκρηκτικής δυναμικής του από ένα έλλειμμα που έκλεισε το 1989 πάνω από 18% του ΑΕΠ. Αλλά και λόγω ενός μείγματος κρυφού χρέους που δεν καταγραφόταν στα επίσημα στοιχεία. 

Σύμφωνα με τον Ιωάννη Παλαιοκρασσά, πρώην υπουργό Οικονομικών (1990-1992), το δημόσιο χρέος μαζί με τις εγγυήσεις που θα κατέπιπταν μετατρεπόμενες άμεσα σε χρέος ήταν 108% του ΑΕΠ ήδη από το 1989 (σ.σ.: δηλαδή τετραπλασιασμένο από τον Ανδρέα Παπανδρέου!). Συγκεκριμένα, στο βιβλίο «Μπροστά από την εποχή της. Η κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας 1990-1993» (βιβλιοπωλείον της ΕΣΤΙΑΣ, 2013, σελ.56) αναφέρει:
« […] οι κυβερνήσεις του ΠΑΣΟΚ της εποχής εκείνης δημιούργησαν και ένα πρωτοφανές σε όγκο κρυφό δημόσιο χρέος, αποτελούμενο: α) από εγγυήσεις του Δημοσίου που εκδίδονταν σωρηδόν για χρέη ελλειμματικών ΔΕΚΟ, χωρίς δυνατότητα αποπληρωμής, β) από ελλείμματα στους λογαριασμούς του Δημοσίου με την Τράπεζα της Ελλάδος, γ) από τεράστια ελλείμματα των κρατικοποιημένων επιχειρήσεων του Οργανισμού Ανασυγκρότησης Επιχειρήσεων, των συνεταιριστικών οργανώσεων και των εκατοντάδων άλλων φορέων και επιχειρήσεων του Δημοσίου, που δημιουργήθηκαν τότε και χρηματοδοτούνταν χαριστικά από τις ελεγχόμενες από το κράτος τράπεζες. Ο τελικός, όμως, λογαριασμός βάραινε πάντα το Δημόσιο. Το πέρασμά του στον κρατικό προϋπολογισμό ήταν απλώς ζήτημα χρόνου. Δεδομένου του πλήθους των πηγών του κρυφού χρέους είναι δύσκολος ο υπολογισμός του ύψους του. Πάντως, ενδεικτικά αναφέρουμε ότι οι εκκρεμούσες εγγυήσεις του Δημοσίου το 1989 είχαν φτάσει το 31,9% του ΑΕΠ, ενώ η τακτοποίηση των ελλειμμάτων του Δημοσίου στην Τράπεζα της Ελλάδας απαίτησε 2,983 δισ., που αντιπροσώπευε άλλο 8% του ΑΕΠ. Συνολικά, δηλαδή, μόνο αυτά τα δύο τμήματα του κρυφού χρέους έφτασαν το 40% του ΑΕΠ!»

8. Στην ολιγόμηνη οικουμενική κυβέρνηση του Ξενοφώντος Ζολώτα –η θητεία της διήρκησε λιγότερο από πέντε μήνες την περίοδο 1989-1990– είχε διατελέσει υπουργός Εθνικής Οικονομίας και ο Γιώργος Γεννηματάς. Ο δημοφιλέστερος πολιτικός του ΠΑΣΟΚ, που διακρινόταν για το πανθομολογούμενο ήθος του. Η δήλωσή του μία μέρα (12-2-1990) πριν παραδώσει τα υπουργικά του καθήκοντα είναι χαρακτηριστική: «Πρέπει να ξεκαθαρίσουμε ένα πράγμα. Από την ώρα που η χώρα αυτή δεν έχει έσοδα, δεν μπορεί να μοιράζει χρήματα. Πρέπει να βρούμε πόρους για να μπορέσουμε να στηρίξουμε τις δαπάνες. Από εκεί και πέρα, οι κινητοποιήσεις, και ιδιαίτερα η ικανοποίηση αιτημάτων, θα οδηγήσουν τη δημόσια οικονομία στο χείλος της καταστροφής. Και εδώ πρέπει να πω ότι έχω κι εγώ ευθύνη, γιατί αναγκάσθηκα να υποχωρήσω, έστω και τελευταίος, σε ορισμένα απαράδεκτα από άποψη προτεραιότητας αιτήματα, που έγιναν από οργανωμένες ομάδες εργαζομένων».

9. Σε επιστολή του το 1989 προς τον τότε πρωθυπουργό Ξενοφώντα Ζολώτα, ο βετεράνος πολιτικός Ευάγγελος Αβέρωφ (πρώην πρόεδρος της Νέας Δημοκρατίας, με μακρόχρονη θητεία σε πολλά υπουργεία) πρότεινε την οικειοθελή προσφυγή της Ελλάδας στο Διεθνές Νομισματικό Ταμείο: «Θα έλεγα [...] εσείς προσωπικώς να κάμετε κάτι που έτσι ή αλλιώς θα χρειαστεί αργότερα, για πολλούς άλλους λόγους: Να προσφύγετε στο Διεθνές Νομισματικό Ταμείο. Δεν θα ζητήσουμε καμία αναδρομή στο παρελθόν. Θα ζητήσουμε να μας πει πού βρισκόμαστε σήμερα, τι ακριβώς μπορούμε και τι πρέπει να κάνουμε. Θα ζητήσουμε να βοηθήσει για την εξεύρεση νέων δανείων και, αν κριθεί απαραίτητο, για την αναδιαπραγμάτευση του εξωτερικού χρέους, που δεν μπορούμε πλέον να εξυπηρετήσουμε». Την προσφυγή στο Διεθνές Νομισματικό Ταμείο λόγω αδυναμίας δανεισμού του Ελληνικού Δημοσίου θα προέβλεπαν αργότερα, από το βήμα της Βουλής, και δύο διατελέσαντες πρωθυπουργοί. Το 1994 ο Κωνσταντίνος Μητσοτάκης και το 2008 ο Κώστας Σημίτης.

10. Ήταν 11 Οκτωβρίου 1985 όταν ανακοινωνόταν μία εφάπαξ υποτίμηση της δραχμής κατά 15% με στόχο τη βελτίωση του ελλείμματος στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών. Αξίζει να σημειωθεί ότι είχε προηγηθεί μία ακόμη, κατά 15,5%, στις 10 Ιανουαρίου 1983.

11. Όπως είδαμε και στο άρθρο «Οκταετία Σημίτη VS Εξαετία Καραμανλή», σύμφωνα με στοιχεία του Οργανισμού Οικονομικής Συνεργασίας, η ελληνική οικονομία είχε αναπτυχθεί με ετήσιο ρυθμό 2,9% το 1996, 4,6% το 1997, 3,9% το 1998, 3% το 1999, 4,1% το 2000, 4,2% το 2001, 4% το 2002 και 5,8% το 2003.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου